«Στὴ βράσι κολλᾶ τὸ σίδερο. ῍Η νὰ παντρευτῆς, ὅπως εὐλογεῖ ἡ ᾽Εκκλησία· ἢ νὰ ἔλθης ἐδῶ καὶ νὰ γίνης καλόγερος σωστός. ῎Οχι σὰν καὶ ἐμένα, ποὺ κοιμᾶ-μαι ὁλόρθος, σὰν τὸ μουλάρι.
Απόσπασμα βιβλίου
«Μοναχός ἐστιν ὁ πάντων χωρισθεὶς
καὶ πᾶσι συνηρμοσμένος»
Δημοσιεύθηκε στὸ περιοδικὸ "Σύναξη", τεῦχος 32 (1989), σσ. 27-39
Δυσκολεύομαι νὰ μιλήσω γιὰ τὸν Γέροντα Γαβριήλ, γιατὶ δὲν θὰ πῶ τὴν ἀλήθεια γι' αὐτόν. Δὲν μπορῶ νὰ μεταφέρω, ἔστω καὶ λίγο ἀπὸ τὸ μυστήριο καὶ τὴ χάρι τοῦ κόσμου του.
Ὁ ᾽Αδάμ δὲν δέχτηκε εὐχαριστιακὰ ὅλη τὴ δημιουργία, τὴν ἀγάπη καὶ τὴν ἐντο-λὴ τοῦ Θεοῦ. Δὲν ὑπήκουσε στὸν Θεό. Κινήθηκε ἀτομικά. Αντέδρασε βιαστικὰ καί, στὴ συνέχεια, θρασύδειλα. Φοβήθηκε τὸν Θεό, ὅταν Τὸν ἄκουσε νὰ περπατᾶ στὸν Παράδεισο. ῎Εριξε τὸ βάρος στὸν ἄλλο, στὴν Εὔα, στὸν ὄφι. Κατηγόρησε τὸν ῎Αλλο. Κατηγόρησε τὸν Θεό. Κέρδισε τὴν κατάρα.
῾Ο π. ᾽Αθανάσιος, μὲ τὸ πνευματικὸ κριτήριο ποὺ διαθέτει καὶ τὴ μεγάλη γνῶσι τῶν πατερικῶν κειμένων ποὺ ἔχει, μᾶς ἔκαμε μιὰ λαμπρὴ εἰσήγησι.
῾Η «τῶν σαλευομένων μετάθεσις» ἀποκαλύπτει τῶν αἰωνίων τὸ ἄπτωτο, ἀκίνητο καὶ ἀεικίνητο.