Αὐτὸ ποὺ γνωρίζομε εἶναι ὅτι ὁ Ἰωάννης σε ἡλικία εἴκοσι ἑνὸς ἐτῶν, μετὰ τὶς σπουδὲς τῆς ρητορικῆς καὶ τῆς θεολογίας, ἔμεινε τέσσερα χρόνια κοντὰ σὲ κάποιο γέροντα ἀσκητὴ σὲ ἕνα βουνὸ ὄχι μακριὰ ἀπὸ τὴν Ἀντιόχεια.
Κείμενα Aρχιμανδρίτου Βασιλείου Iβηρίτου
Ἡ ἐποχὴ ποὺ ζῆ ὁ Πανσέληνος (τέλος δεκάτου τρίτου μὲ ἀρχὲς δεκάτου τετάρτου αἰῶνος) εἶναι μεταβατική. Νέες περιπέτειες προμηνύονται –καὶ ἤδη ἔχουν ἀρχίσει– σὲ Ἀνατολὴ καὶ Δύσι.
Ὁ σαρκωθεὶς Θεὸς Λόγος «ἦλθε ζητῆσαι καὶ σῶσαι τὸ ἀπολωλός». Ἦλθε μὲ τὴν αἴσθησι τοῦ δυνατοῦ, κάνοντας ὑπακοὴ στὸ θέλημα τοῦ οὐρανίου πατρός του, γιὰ νὰ σώση τὸν κόσμο. «Ἰδοὺ ἥκω τοῦ ποιῆσαι τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ».
Θὰ τολμήσωμε νὰ πλησιάσωμε, γιὰ λίγο, δυὸ μεγάλες μορφὲς τῆς Παραδόσεώς μας.
Ὅταν μιλοῦμε γιὰ τὸ κάλλος ποὺ δὲν εἶναι ἁπλῶς θέαμα ἐξωτερικὸ καὶ πρόσκαιρο ἢ αἰσθητικὸ κατηγόρημα, ἀλλὰ δύναμι ποὺ σώζει τὸν κόσμο, τότε τὸ Ἅγιον Ὄρος, μὲ τὴν ὕ-παρξι καὶ τὴ ζωή του, ἔχει κάτι νὰ μᾶς πῆ· γιατὶ ὀνομάζεται Περιβόλι τῆς Παναγίας καὶ ὄρος τῆς Μεταμορφώσεως.
Τὸ θέμα τῆς διαμάχης μεταξὺ Φαναρίου καὶ Ἀθηνῶν: Ἀνύπαρκτο καὶ σοβαρό.
Στὴν ἐμπεριστατωμένη μελέτη του «῾Ο Κρητικὸς ζωγράφος Θεοφάνης» ὁ ἀκαδημαϊκὸς κ. Μ. Χατζηδάκης, μὲ περίσκεψι καὶ ἀγάπη καταλήγει στὴν τελευταία του κρίσι γιὰ τὸν ἁγιογράφο μας καὶ τὸ ἔργο του· ὑπογραμμίζει τὴν ἀνθρωποκεντρικότητα τῆς τέχνης του. Καὶ διαπιστώνει «τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοφάνη γιὰ τὸν ἄνθρωπο, τὴν ἀδιάκοπη ἀπασχόληση καὶ ἔγνοια» του γι' αὐτόν.
Δὲν ξέρω γιατί μοῦ ζητήθηκε νὰ πῶ δυὸ λόγια στὴν ἰατρικὴ τούτη σύναξι. Καὶ δὲν ξέρω πῶς πείστηκα καὶ τὸ δέχτηκα.
Μέσα στό φῶς τοῦ μεσημεριοῦ, κοντά στή Δαμασκό, ἐξαίφνης (Πράξ. 22.6), μιά ἔκρηξη οὐράνιας φωτοχυσίας τυφλώνει τόν διώκτη τοῦ Χριστοῦ Σαῦλο, καί τόν μετατρέπει στόν κορυφαῖο ἀπόστολο Παῦλο.
Πᾶν μέτρον ἄριστον.